Είναι από τα πιο όμορφα που μπορεί να συμβούν. Κάποιοι το λένε τέχνη. Άλλοι φτάνουν να πουν ότι έχει κάτι το ερωτικό. Και πώς αλλιώς να μιλήσει κάποιος για εκείνες τις στιγμές που κάτι αρχίζει να αλλάζει για εμάς; Όταν κάτι που έως τώρα ήταν γνωστό αρχίζει να παρουσιάζεται σαν κάτι καινούργιο ή όταν κάτι άγνωστο αρχίζει να έχει μια παράξενη οικειότητα;
Όπως όταν ένα κάδρο παύει να είναι απλά μια παράξενη εικόνα που συναντήσαμε στον τοίχο ενός μουσείου ή όταν το βλέμμα του/της παύει να είναι άγνωστο ή όπως όταν εκείνη η φευγαλέα πρώτη ματιά επιτρέπει σταδιακά να την κοιτάς όλο και πιο κοντά, όλο και πιο «μέσα στα μάτια».
Κάπως η επίσκεψη στο συν-οικισμό μιας μικρής πόλη, που νόμιζα ότι γνώριζα, μου αποκάλυψε μια άλλη της πλευρά. Σε μια γειτονιά μακρυά από τα μάτια του κόσμου, σε μια άκρη της Ελλάδας. Εχθές το απόγευμα όταν η Δώρα Κουρκούλη μας κάλεσε να γνωρίσουμε «το συνοικισμό αλλιώς» δεν περίμενα να βρω εκτός των άλλων έναν τρόπο ζωής ξεχασμένο ακόμα ίσως και για τα χωριά της ελληνικής υπαίθρου.
Το κτίσμα διευκολύνει ή όχι έναν τρόπο ζωής. Είχα νομίζω ξεχάσει την πίστη στο πως κάποιες δομές και τρόποι κτίσματος επηρεάζουν τις σχέσεις μας, το κατοικείν μας. Ή πιο σωστά νομίζω πως από τα πολλά διαμερίσματα, τις πόρτες ασφαλείας, τους πολλούς φράχτες, τις ψηλές μάντρες και τους συναγερμούς, τις αποστάσεις εντός και εκτός εισαγωγικών είχα ξεχάσει.
Έτσι ήταν παράξενο όταν είδα μια κυρία να τεντώνει τα πόδια της για να τα ξεκουράσει από μια κοπιαστική μέρα με την καρέκλα της όχι μπροστά στην τηλεόραση αλλά εκεί στο πεζοδρόμιο μπροστά στη γειτονιά Έκανε τη δική της γιόγκα, ήταν η δική της στιγμή προσωπικής γαλήνης, αυτό το «πάρε το χρόνο σου» ή εκείνο το «δεν κάνω τίποτα».
Σίγουρα οι τρεις γείτονες με τις καρέκλες τους στο δρόμο δεν είχαν χάσει εκείνο το «άρωμα του χρόνου» που τόσο, ίσως μάταια, ψάχνει ο Κορεάτης φιλόσοφος Μπιούνγκ-Τσουλ Χαν (Byung-Chul Han) ζώντας στην Ευρώπη. «Μύριζε» κάτι από την στοχαστική ανατολή αυτή η γειτονιά και, γιατί όχι, κάτι πιο κοντά το κάλεσμα της Άννα Αρεντ (Hannah Arendt) για περισσότερη στοχαστική ζωή.
Είχαν κάτι οι αποστάσεις ανάμεσα στα σπίτια. Δεν ήταν τόσο μεγάλες μα ούτε τόσο μικρές Ήταν ωστόσο αρκετές για να αφήσουν τα απαραίτητα «περάσματα». Εκείνο το «ανάμεσα» που ερευνά η φίλη Έφη, το απαραίτητο «ανάμεσα» σε δύο, αυτό που επιτρέπει μια στοιχειώδη σχέση.
Ο προσφυγικός συνοικισμός στο Γύθειο, τα μοντερνιστικά σπιτάκια ανά δύο με μια κοινή αυλή που αρχικά, τώρα μόνο σε πολύ λίγες περιπτώσεις, ένωνε 2 δρόμους, ένα δίκτυο γεμάτο «ανάμεσα», εκείνους τους in between χώρους που αν και σχετικά κλειστοί πια σήμερα, πόσο θα τους ζήλευε ο Ολλανδός αρχιτέκτονας Aldo Van Eyck.

Ο συνοικισμός ανήκει στους Προσφυγικούς Συνοικισμούς που κατασκευάστηκαν μετά την καταστροφή της Σμύρνης εγκαινίασαν την κοινωνική κατοικία στην Ελλάδα. Πρόκειται για περιοχές που ενώ έχουν αδιαμφισβήτητη ιστορική αξία και αποτελούν νησίδες που διαφοροποιούνται έντονα στον υπόλοιπο πυκνοδομημένο και ομογενοποιημένο ιστό των ελληνικών πόλεων είναι στις περισσότερες περιπτώσεις εγκαταλελειμμένες.

Συχνά ως τώρα φοβόμουν πως τέτοιες γειτονιές κινδυνεύουν από φαινόμενα όπως το centrification, εκτοπισμό δηλαδή ενός πληθυσμού από αναπλάσεις και εξωραΐσεις. Όμως εχθές, μαζί με τα παιδιά που επισκεφτήκαμε το συνοικισμό, ήταν πασιφανές κάτι άλλο.
Θα φταίνε και τα τελευταία χρόνια της κρίσης που μας έκαναν να δούμε αυτή τη γειτονιά διαφορετικά. Να τη ζηλέψουμε. Όπως είπε η φιλόλογος της παρέας αυτό το συν (+) του συνοικισμού, αυτό το πρόσημο του ζω μαζί, δίπλα με τους άλλους, έτσι που να χωρίζουν τα σπίτια μας μόνο δυο γλάστρες, τα αρώματα τους ή και τίποτα έμοιαζε με μια απάντηση στα Σενάρια εκτοπισμού.
Αυτό το συν (+) λοιπόν αναζητείται.
Έτσι όταν το βρίσκουμε σε κάποια γωνιά της χώρας και της «καρδίας» μας νομίζω πως δεν το κοιτάμε πια σαν τουρίστες, ούτε προς αξιοποίηση ή τουριστική ανώφελη ανάπτυξη αλλά περισσότερο σαν προϊόν ενός πολιτισμού, μιας αρχιτεκτονικής και πολύ παραπάνω μιας κατοίκησης τόσο σπάνιας και τόσο απαραίτητης.
Και, όπως αναρωτήθηκε ο αγαπημένος Αντώνης: «Η κυρία με τη σκούπα για ποιον ασπρίζει; Για τον εαυτό της ή για τους γείτονες;»
____________
Η επίσκεψη για τη χαρτογράφηση με τίτλο «Ο Συνοικισμός αλλιώς» πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια της διπλωματικής εργασίας της Δώρας Κουρκούλη για το μεταπτυχιακό πρόγραμμα «ΜΑ Σχεδιασμός Φωτισμού» στο τμήμα Σχεδιασμού Φωτισμού του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου με τίτλο ‘Η εικόνα της πόλης. Πως ο κατάλληλος φωτισμός μπορεί να ενισχύσει τη νυχτερινή εμπειρία των κατοίκων και των επισκεπτών της’.
Στον συνοικισμό το Σάββατο 22 Ιουλίου θα πραγματοποιηθεί μια εικαστική εγκατάσταση. Η Φωτεινή διαδρομή «Ο Συνοικισμός αλλιώς» είναι μια εικαστική εγκατάσταση που επιχειρεί να προσφέρει μια καινούργια ματιά στην περιοχή του Προσφυγικού Συνοικισμού του Γυθείου. Με το φωτογραφικό υλικό που συλλέχτηκε από τους κατοίκους της περιοχής προβάλλονται φωτογραφίες στα ανοίγματα σπιτιών του Συνοικισμού που έχουν κρατήσει τον αρχικό χαρακτήρα τους θα γίνουν προβολές. Με την εγκατάσταση αυτή αναγνωρίζεται η αρχιτεκτονική και ιστορική αξία του Συνοικισμού ενεργοποιώντας τη μνήμη των κατοίκων και οδηγώντας κατοίκους και επισκέπτες να ακολουθήσουν μια φωτεινή διαδρομή μέσα στην πόλη και να ξανανακαλύψουν αυτή την ιστορική γειτονιά.
Περισσότερες πληροφορίες για τη Δώρα Κουρκούλη και την έρευνά της στο dorakourkouli@gmail.com και στο γκρουπ Προσφυγικός Συνοικισμός Γυθείου
Συνεργαζόμενοι φορείς για τη χαρτογράφηση: Γενικό Λύκειο Γυθείου, 3ο Λύκειο Σπάρτης
Συνεργαζόμενη ομάδα για τη χαρτογράφηση και την εγκατάσταση: Activate Now
κείμενο, Ανθή Κοσμά
One response to “Ο συν (+) οικισμός #Gytheio”
Reblogged this on .