“After he had reached the age of fifty, Velasquez no longer painted anything concrete and precise. He drifted through the material world, penetrating it, as the air and the dusk. In the shimmering of the shadows, he caught unawares the nuances of color which he transformed into the invisible heart of his symphony of silence. His only experience of the world was those mysterious copulations which united the forms and tones with a secret but inevitable movement, which no convulsion or cataclysm could ever interrupt or impede. Space reigned supreme. It was as if some tenuous radiation gliding over the surfaces, imbued itself of their visible emanations, modelling them and endowing them with form, carrying elsewhere a perfume, like an echo, which would thus be dispersed like an imponderable dusk, over all the surrounding planes.” (Pierrot le Fou, Jean-Luc Godard,1965)
Thank you very much, i did’t knew the film and the reference. Yes, hopefully one day we will move more from aesthetic of the surfaces to that of depth, the echos and that of the feelings.
FERDINAND: “O Βελάσκεθ είναι ο ζωγράφος των σούρουπων, της απλωμένης έκτασης και της σιωπής. Ακόμα κι όταν ζωγραφίζει μες στο καταμεσήμερο, ακόμα κι όταν ζωγραφίζει μες στο κλειστό δωμάτιο, ακόμα κι όταν ο πόλεμος ή το κυνήγι ουρλιάζουν γύρω του. Οι ισπανοί ζωγράφοι καθώς δεν έβγαιναν καθόλου τις ώρες της μέρας που ο αέρας είναι καυτός και ο ήλιος εξαϋλώνει τα πάντα, συνομιλούσαν με τα βράδια”. (θόρυβοι στο βάθος, γυρνά προς την κόρη του). Ωραίο αυτό ε, μικρή? (η μικρή γνέφει -ναι- με το κεφάλι)
MARIA: Είσαι τρελός να της διαβάζεις τέτοια πράγματα!
Com Truise, έχω αυτο το ιστολόγιο μαλλον κατι παραπάνω από 3 χρόνια. Ξέρεις, ακολουθώ διαφορα μπλόγκ, αφήνω σχόλια συχνά, πάντα ήθελα κι εδώ να αφήνει ο κόσμος σχόλια και ναι, επιτέλους ήρθαν τα πρώτα. Οπότε νοιώθω μια μεγάλη χαρά. Επίσης για τόσο αναμονή αντιδρώ με σχετική καθυστέρηση. Οποτε πραγματικά ευχαριστώ που θες να ανοιξεις επιτέλους τον διάλογο σε αυτό τον παράξενο τόπο του ιμπρογράφικα.
Για τον Βελαθκεθ. Τα τελευταία περίπου 10 χρόνια δεν ξέρω ποσες φορές εχω πάει στο μουσείο του Πράδο. Πάρα πολλές από αυτές προσπάθησα να τον καταλάβω. Με εξαίρεση τις μενίνας, νομίζω πως οι προσπάθειες ήταν όλες μάταιες. Ευτυχώς ο πρόλογος του Φουκώ στις “λεξεις και τα πράγματα” και οι αναλυσεις ενός φίλου για το συμβολισμό του πίνακα βοήθησαν να ερμηνεύσω τις μενίνας κάπως παραπάνω. Το υπόλοιπο έργο και ίσως αυτή η παλέτα με χρώματα από το σούρουπο που “ντύνει” τόσα και τόσα βασιλικά πορτραίτα δεν με έχουν συν-κινήσει ακόμα.
Cahiers: Γιατί υπάρχει αυτό το απόσπασμα για τον Βελάσκεθ?
Godard: Είναι το θέμα. Ο ορισμός της ταινίας. Ο Βελάσκεθ στο τέλος της ζωής του δε ζωγράφιζε πλέον συγκεκριμένα πράγματα. Αλλά αυτό που υπήρχε ανάμεσα στα συγκεκριμένα πράγματα. Το ξαναλέει ο Μπελμοντό όταν μιμείται τον Σιμόν: Δεν πρέπει να περιγράφουμε τους ανθρώπους αλλά αυτό που υπάρχει ανάμεσά τους.
Πριν 2-3 χρόνια, είχα την εντύπωση ότι τα πάντα είχαν γίνει στον κινηματογράφο, ότι δεν έμενε τίποτα να κάνουμε […]. Με λίγα λόγια ήμουν απαισιόδοξος. Μετά το Pierrot le Fou, δεν έχω πια την ίδια εντύπωση των πάντων. Ναι. Πρέπει να κινηματογραφήσουμε, να μιλήσουμε για τα πάντα. Όλα μένουν να γίνουν.
(Cahiers du Cinema, no.171, Οκτώβριος 1965)
Oι αναφορές στο σενάριο της ταινίας, έχουν να κάνουν με έργα που φιλοτέχνησε ο Βελάσκεθ κατά τη τελευταία δεκαετία της ζωής του (Las Hilanderas, Las Meninas, Mercurio y Argos, Juan de Pareja, infanta Margarita Teresa in a Blue Dress, Phelipe IV). Η ρευστότητα των μορφών και η φωτεινότητα των χροιών στα έργα εκείνης της περιόδου καθώς και το ημίφως που τόσο λάτρεψε ο ίδιος, προσέδωσαν μια πρωτόγνωρη πυκνότητα στο ύφος του. Ίσως αυτά να ήταν και τα δομικά υλικά αυτής της μεταμόρφωσης…
Όσον αφορά το Las Meninas, έχει αποκτήσει “θεολογικές” διαστάσεις στην ιστορία της τέχνης. Έχει ενδιαφέρον να δεις τις εκδοχές του αλλά και τη γενικότερη επιρροή του στους Picasso, Dali, Mane αλλά και στον φωτογράφο Joel-Peter Witkin.
Εν τέλει, νομίζω αυτό που συγκινεί περισσότερο στον Βελάσκεθ είναι το πείσμα και η τόλμη του να ζωγραφίζει με την ίδια εντιμότητα κ’ αισθαντικότητα έναν Βασιλιά, ένα Πάπα ή ένα Νάνο. Είναι και η παρακαταθήκη του Θερβάντες, βλέπεις. “Ο Δον Κιχώτης, βλέπει μια υπηρέτρια πανδοχείου σαν βασίλισσα, μια πιατέλα σαν περικεφαλαία, ένα κοπάδι σαν στρατιά…”, γράφει ο Elie Faure.
p.s.: To Νάνο του Βελάσκεθ (Sebastián de Morra), τον ξαναβρήκα πρόσφατα “μπροστά μου” σε μια έκθεση ενός αγαπημένου ζωγράφου (βλ. “Ακίνητη”, “Γιάννα”, Γιώργος Ρόρρης). Κατ’ αναλογία, αυτό που περιγράφει ο Godard είναι έκδηλο και στα δικά του έργα.
p.s.: Η αινιγματική χρήση του καθρέφτη (Las Meninas, La Venus del espejo) μου θύμισε το “A Bar at the Folies-Bergere”, το τελευταίο έργο του Μανέ -ύμνο- στις “μαγικές” ιδιότητες του κατόπτρου. Πραγματικό κ’ ονειρικό (εξωτερικός κ’ εσωτερικός κόσμος της νεαρής κοπέλας πίσω απ’ τον πάγκο του bar) συνυπάρχουν-συνδιαλέγονται.
p.s.: Ντιέγο Ροδρίγεθ ντε σίλβα ί Βελάθκεθ, στα καστιλιάνικα. Σωστά? Ευχαριστώ, για την επιείκεια…
Αγαπητέ, ποια επιείκεια; ξέρεις πολλά παραπάνω. Δεν μένει παρά να αφήσω τις διάφορες αρνήσεις, για την σχεση του με την αυλή και αυτή την παλέτα βγαλμένη από το ημίφως, και να επιστρέψω στο Μουσείο. Με λίγη τύχη ίσως βρω κάτι παραπάνω για αυτό τον Ντιέγο Ροδρίγεθ ντε σίλβα ή Βελάθκεθ. Και πάλι ευχαριστώ.
7 responses to “feeling useless”
“After he had reached the age of fifty, Velasquez no longer painted anything concrete and precise. He drifted through the material world, penetrating it, as the air and the dusk. In the shimmering of the shadows, he caught unawares the nuances of color which he transformed into the invisible heart of his symphony of silence. His only experience of the world was those mysterious copulations which united the forms and tones with a secret but inevitable movement, which no convulsion or cataclysm could ever interrupt or impede. Space reigned supreme. It was as if some tenuous radiation gliding over the surfaces, imbued itself of their visible emanations, modelling them and endowing them with form, carrying elsewhere a perfume, like an echo, which would thus be dispersed like an imponderable dusk, over all the surrounding planes.” (Pierrot le Fou, Jean-Luc Godard,1965)
Thank you very much, i did’t knew the film and the reference. Yes, hopefully one day we will move more from aesthetic of the surfaces to that of depth, the echos and that of the feelings.
FERDINAND: “O Βελάσκεθ είναι ο ζωγράφος των σούρουπων, της απλωμένης έκτασης και της σιωπής. Ακόμα κι όταν ζωγραφίζει μες στο καταμεσήμερο, ακόμα κι όταν ζωγραφίζει μες στο κλειστό δωμάτιο, ακόμα κι όταν ο πόλεμος ή το κυνήγι ουρλιάζουν γύρω του. Οι ισπανοί ζωγράφοι καθώς δεν έβγαιναν καθόλου τις ώρες της μέρας που ο αέρας είναι καυτός και ο ήλιος εξαϋλώνει τα πάντα, συνομιλούσαν με τα βράδια”. (θόρυβοι στο βάθος, γυρνά προς την κόρη του). Ωραίο αυτό ε, μικρή? (η μικρή γνέφει -ναι- με το κεφάλι)
MARIA: Είσαι τρελός να της διαβάζεις τέτοια πράγματα!
(Pierrot le Fou, Jean-Luc Godard,1965)
Com Truise, έχω αυτο το ιστολόγιο μαλλον κατι παραπάνω από 3 χρόνια. Ξέρεις, ακολουθώ διαφορα μπλόγκ, αφήνω σχόλια συχνά, πάντα ήθελα κι εδώ να αφήνει ο κόσμος σχόλια και ναι, επιτέλους ήρθαν τα πρώτα. Οπότε νοιώθω μια μεγάλη χαρά. Επίσης για τόσο αναμονή αντιδρώ με σχετική καθυστέρηση. Οποτε πραγματικά ευχαριστώ που θες να ανοιξεις επιτέλους τον διάλογο σε αυτό τον παράξενο τόπο του ιμπρογράφικα.
Για τον Βελαθκεθ. Τα τελευταία περίπου 10 χρόνια δεν ξέρω ποσες φορές εχω πάει στο μουσείο του Πράδο. Πάρα πολλές από αυτές προσπάθησα να τον καταλάβω. Με εξαίρεση τις μενίνας, νομίζω πως οι προσπάθειες ήταν όλες μάταιες. Ευτυχώς ο πρόλογος του Φουκώ στις “λεξεις και τα πράγματα” και οι αναλυσεις ενός φίλου για το συμβολισμό του πίνακα βοήθησαν να ερμηνεύσω τις μενίνας κάπως παραπάνω. Το υπόλοιπο έργο και ίσως αυτή η παλέτα με χρώματα από το σούρουπο που “ντύνει” τόσα και τόσα βασιλικά πορτραίτα δεν με έχουν συν-κινήσει ακόμα.
Δεν ξέρω μπορεί και να μπορείς να βοηθήσεις.
Cahiers: Γιατί υπάρχει αυτό το απόσπασμα για τον Βελάσκεθ?
Godard: Είναι το θέμα. Ο ορισμός της ταινίας. Ο Βελάσκεθ στο τέλος της ζωής του δε ζωγράφιζε πλέον συγκεκριμένα πράγματα. Αλλά αυτό που υπήρχε ανάμεσα στα συγκεκριμένα πράγματα. Το ξαναλέει ο Μπελμοντό όταν μιμείται τον Σιμόν: Δεν πρέπει να περιγράφουμε τους ανθρώπους αλλά αυτό που υπάρχει ανάμεσά τους.
Πριν 2-3 χρόνια, είχα την εντύπωση ότι τα πάντα είχαν γίνει στον κινηματογράφο, ότι δεν έμενε τίποτα να κάνουμε […]. Με λίγα λόγια ήμουν απαισιόδοξος. Μετά το Pierrot le Fou, δεν έχω πια την ίδια εντύπωση των πάντων. Ναι. Πρέπει να κινηματογραφήσουμε, να μιλήσουμε για τα πάντα. Όλα μένουν να γίνουν.
(Cahiers du Cinema, no.171, Οκτώβριος 1965)
Oι αναφορές στο σενάριο της ταινίας, έχουν να κάνουν με έργα που φιλοτέχνησε ο Βελάσκεθ κατά τη τελευταία δεκαετία της ζωής του (Las Hilanderas, Las Meninas, Mercurio y Argos, Juan de Pareja, infanta Margarita Teresa in a Blue Dress, Phelipe IV). Η ρευστότητα των μορφών και η φωτεινότητα των χροιών στα έργα εκείνης της περιόδου καθώς και το ημίφως που τόσο λάτρεψε ο ίδιος, προσέδωσαν μια πρωτόγνωρη πυκνότητα στο ύφος του. Ίσως αυτά να ήταν και τα δομικά υλικά αυτής της μεταμόρφωσης…
Όσον αφορά το Las Meninas, έχει αποκτήσει “θεολογικές” διαστάσεις στην ιστορία της τέχνης. Έχει ενδιαφέρον να δεις τις εκδοχές του αλλά και τη γενικότερη επιρροή του στους Picasso, Dali, Mane αλλά και στον φωτογράφο Joel-Peter Witkin.
Εν τέλει, νομίζω αυτό που συγκινεί περισσότερο στον Βελάσκεθ είναι το πείσμα και η τόλμη του να ζωγραφίζει με την ίδια εντιμότητα κ’ αισθαντικότητα έναν Βασιλιά, ένα Πάπα ή ένα Νάνο. Είναι και η παρακαταθήκη του Θερβάντες, βλέπεις. “Ο Δον Κιχώτης, βλέπει μια υπηρέτρια πανδοχείου σαν βασίλισσα, μια πιατέλα σαν περικεφαλαία, ένα κοπάδι σαν στρατιά…”, γράφει ο Elie Faure.
p.s.: To Νάνο του Βελάσκεθ (Sebastián de Morra), τον ξαναβρήκα πρόσφατα “μπροστά μου” σε μια έκθεση ενός αγαπημένου ζωγράφου (βλ. “Ακίνητη”, “Γιάννα”, Γιώργος Ρόρρης). Κατ’ αναλογία, αυτό που περιγράφει ο Godard είναι έκδηλο και στα δικά του έργα.
p.s.: Η αινιγματική χρήση του καθρέφτη (Las Meninas, La Venus del espejo) μου θύμισε το “A Bar at the Folies-Bergere”, το τελευταίο έργο του Μανέ -ύμνο- στις “μαγικές” ιδιότητες του κατόπτρου. Πραγματικό κ’ ονειρικό (εξωτερικός κ’ εσωτερικός κόσμος της νεαρής κοπέλας πίσω απ’ τον πάγκο του bar) συνυπάρχουν-συνδιαλέγονται.
p.s.: Ντιέγο Ροδρίγεθ ντε σίλβα ί Βελάθκεθ, στα καστιλιάνικα. Σωστά? Ευχαριστώ, για την επιείκεια…
Εγώ σ’ ευχαριστώ, για τη θαλπωρή του παράξενου ιστο-τόπου σου.
Αγαπητέ, ποια επιείκεια; ξέρεις πολλά παραπάνω. Δεν μένει παρά να αφήσω τις διάφορες αρνήσεις, για την σχεση του με την αυλή και αυτή την παλέτα βγαλμένη από το ημίφως, και να επιστρέψω στο Μουσείο. Με λίγη τύχη ίσως βρω κάτι παραπάνω για αυτό τον Ντιέγο Ροδρίγεθ ντε σίλβα ή Βελάθκεθ. Και πάλι ευχαριστώ.